Της Μαριλης Μαργωμενου
Συμβολή Ζαΐμη και Κουντουριώτου. Τρεις άνδρες των ΜΑΤ σκοπιά έξω απ’ το υπουργείο Πολιτισμού. Εκατό μέτρα πέρα, δύο σκιές στη γωνία της Νοταρά. Η μία σκιά γονατίζει. Πυροβολισμοί. Μια φωνή – «Καλυφθείτε!». Μια σφαίρα στο πόδι. Ο αστυνομικός των ΜΑΤ πέφτει. Δεύτερη σφαίρα στο στήθος. Η γυναίκα απ’ το διαμέρισμα του πρώτου ορόφου έντρομη ανοίγει το παράθυρο. Δύο άνδρες των ΜΑΤ σέρνουν προς το περιπολικό ένα αγόρι που σπαρταράει στην άσφαλτο. Ο τρίτος άνδρας των ΜΑΤ, χωρίς το κράνος: ένα αγόρι 21 χρόνων.
«Περί την 3.30 μ.μ. πρωινή διεκομίσθη στο Κοργιαλένειο-Μπενάκειο ΝΕΕΣ ο αστυφύλακας Μαντζούνης Διαμαντής, βληθείς διά πυροβόλου όπλου». Αυτή είναι η ανακοίνωση του νοσοκομείου. «Τι έφταιγε; Πείτε μου! Το ψωμί του πήγε να βγάλει, και μας πήραν μεσ’ στη νύχτα τηλέφωνο πως τον έχουν στο νοσοκομείο». Η αδελφή του Διαμαντή, επτά η ώρα το πρωί στα κανάλια. Ο αδελφός της στην Εντατική. Στο δωμάτιο 239 του Ερυθρού Σταυρού, η μάνα τους, η κυρία Νικολίτσα, μαθαίνει τα μαθηματικά της απελπισίας. Βεληνεκές όπλου 400 μέτρα. Τριάντα μία σφαίρες. Δύο στο σώμα του γιου της. Δεκατέσσερις φιάλες αίμα, οκτώ φιάλες πλάσμα, έξι ώρες χειρουργείο. Μόνο για τις πιθανότητες επιβίωσης δεν της λέει κανείς.
Εξω απ’ την Εντατική, η παράλληλη πραγματικότητα που ο Διαμαντής αγνοεί. Ο πρωθυπουργός, ο αρχιεπίσκοπος, ο υπουργός Υγείας πηγαινοέρχονται στο διάδρομο έξω απ’ το δωμάτιό του. Εκείνος διασωληνωμένος, μόνος του. Στα κανάλια, αστυνομικοί να εξομολογούνται πως πάνε στην υπηρεσία τους το πρωί με τη στολή σε σακούλα, για να τη φορέσουν στο αστυνομικό τμήμα μήπως και μειώσουν τις πιθανότητες να τους χτυπήσουν στο δρόμο. Ανδρες των ΜΑΤ να λένε πως αγοράζουν μόνοι τους αλεξίσφαιρα γιλέκα γιατί αυτά που τους δίνει η αστυνομία έχουν πέντε κιλά βάρος κι όμως οι σφαίρες τα τρυπούν.
«Αλλιώς τα φανταστήκαμε»
«Αλλιώς τη φανταστήκαμε την Αστυνομία, κι αλλιώς ήταν». Ο συμμαθητής του Διαμαντή απ’ τη σχολή, έξω απ’ την Εντατική. Μαζί με όλους τους υπόλοιπους, απ’ τα ξημερώματα της Δευτέρας πλησιάζει τις νοσοκόμες με τρόμο, μην και ακούσει αυτό που δεν θέλει. Ο Διαμαντής ήθελε από παιδί να φορέσει τη στολή, έτσι λένε όλοι εδώ. Στα Πλατάνια, το χωριό του, από μικρός άκουγε την ίδια ιστορία: για τον θείο του, τον αστυνομικό που είχε το όνομά του, κι έγινε ήρωας τριάντα χρόνια πριν. Το 1977, ο θείος του ο Διαμαντής πήγε να συλλάβει δύο εμπόρους ναρκωτικών σ’ ένα κτίριο σχολείων. Ο ένας τον πυροβόλησε, κι ο αστυνομικός πέθανε ακαριαία. Ο πατέρας του Διαμαντή, ο Αλέξανδρος Μαντζούνης, είναι ταχυδρόμος. Η μάνα του η Νικολίτσα νοικοκυρά. Αλλά όταν μεγαλώνεις σ’ ένα χωριό κι έχεις το όνομα του ήρωα της οικογένειας, δεν θες να γίνεις ταχυδρόμος, ούτε αγρότης. Ο Αδάμης –έτσι τον φώναζαν στο χωριό– από οκτώ χρόνων έπαιζε κρουστά στη Φιλαρμονική του Δήμου και τα καλοκαίρια δούλευε γκαρσόνι στην Κυπαρισσία. Αλλά στα 17 του, όταν ήρθε η ώρα για τις πανελλαδικές, ούτε που σκέφτηκε δεύτερη φορά τι θα γράψει στο μηχανογραφικό: «Θα διαβάσω, και θα μπω στο Σώμα», έλεγε. «Αυτό θέλω, και αυτό θα κάνω».
Τον Δεκέμβριο βγήκε στο δρόμο με στολή κι ασπίδα. Απέναντι, παιδιά της ηλικίας του να τον φωνάζουν «μπάτσο» και «δολοφόνο». Η χειρότερη εποχή να είσαι πρωτάρης στα ΜΑΤ: η Αθήνα στις φλόγες. Ακόμη κι οι παλιοί «ματατζήδες» φοβούνταν. Η μάνα του τον έπαιρνε κάθε μέρα στο κινητό. «Καλά είμαι, μην ανησυχείς». Μ’ αυτή τη φράση έκλεινε πάντα. Πριν από τα Χριστούγεννα ένας απ’ τους φίλους του ήρθε στην Αθήνα να τον δει: «Συναντηθήκαμε στο Πολυτεχνείο. Γύρω ήταν η κόλαση. Εγώ ήθελα να φύγω να σωθώ. Εκείνος ήθελε να συνεχίσει τη δουλειά του».
Δύο νύχτες πριν από τη Δευτέρα, ο Διαμαντής έκλεισε τα 22. Γενέθλια κάπου ανάμεσα στο υπουργείο Πολιτισμού και τα γραφεία του ΠΑΣΟΚ. «Ετσι είναι η ζωή στα ΜΑΤ», λέει ο συμμαθητής του απ’ τη σχολή. Υπηρεσία τις αργίες κι υπερωρίες ώς τα ξημερώματα για να πάρεις στο τέλος του μήνα 960 ευρώ. Ο Διαμαντής ένα μισθό μόνο πρόλαβε να πάρει.
Τελευταία φορά ανέβηκε στο χωριό τα Χριστούγεννα. Δεν τον περίμενε κανείς λένε, ούτε ο ίδιος ήξερε πως θα την πάρει την άδεια, κι η μάνα του έκανε σαν τρελή όταν τον είδε σπίτι ξαφνικά. Νόμισε πως οι ταραχές τελείωσαν, πως δεν θα ξενυχτούσε άλλο βράδυ τρέμοντας μη δει στα δελτία τον γιο της. Οπως έφευγε ο Διαμαντής απ’ το χωριό, η κυρία Νικολίτσα του είπε πως θα κατέβαινε στην Αθήνα να τον βρει την Τρίτη, στα Θεοφάνια. Και κατέβηκε μια μέρα νωρίτερα, να τον βρει στο νοσοκομείο, στην Εντατική.
(Πηγή: Καθημερινή)
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου